Εισαγωγή
Η αναζήτηση προτύπων για τη διευθέτηση διενέξεων με βάση τη συνεργασία και όχι την αντιδικία έχει οδηγήσει στην ανάπτυξη εναλλακτικών τρόπων επίλυσης διαφορών. Ως εναλλακτική επίλυση διαφορών (ΕΕΔ) νοούνται οι διαδικασίες οι οποίες αποσκοπούν στη διευθέτηση των διαφορών με άλλο τρόπο πλην της δικαστικής διαμάχης. Η πιο γνωστή μορφή ΕΕΔ είναι η διαμεσολάβηση. Η οδηγία της ΕΕ για ορισμένα θέματα διαμεσολάβησης σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, της 21ης Μαΐου 2008 (εφεξής η «οδηγία της ΕΕ για τη διαμεσολάβηση»), ορίζει τη διαμεσολάβηση ως
Η διαμεσολάβηση θεωρείται ταχύτερη και λιγότερο δαπανηρή από τη δικαστική διαμάχη και, σε πολλές περιπτώσεις, περισσότερο αποτελεσματική, καθώς πραγματεύεται τις διαπροσωπικές πτυχές της σύγκρουσης και όχι μόνο τις νομικές πτυχές. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό στις συγκρούσεις οικογενειακής φύσεως. Η οδηγία της ΕΕ για τη διαμεσολάβηση ορίζει:
Ορισμένα κράτη μέλη της ΕΕ έχουν πλέον θεσπίσει νόμους περί διαμεσολάβησης οι οποίοι ρυθμίζουν τη χρήση της διαδικασίας εσωτερικής και διασυνοριακής διαμεσολάβησης. Καθώς έχει ήδη εδραιωθεί καλά σε κάποιες χώρες, η οικογενειακή διαμεσολάβηση κατά τη διάρκεια διαδικασιών χωρισμού και διαζυγίου χρησιμοποιείται για να ρυθμίζει ζητήματα όπως η γονική μέριμνα, το δικαίωμα προσωπικής επικοινωνίας ή επίσκεψης και οικονομικά θέματα όπως η διατροφή συζύγου και παιδιού, η αποζημίωση και η κατανομή περιουσιακών στοιχείων και οφειλών. Η οικογενειακή διαμεσολάβηση είναι επίσης πολύ αποτελεσματική στη διευθέτηση διασυνοριακών διαφορών που αφορούν την άσκηση του δικαιώματος προσωπικής επικοινωνίας και την απαγωγή παιδιών.
Το υλικό που παρατίθεται εδώ στηρίζεται στο παράδειγμα διασυνοριακών υποθέσεων απαγωγής παιδιών από γονείς, οι οποίες ολοένα και αυξάνονται λόγω της εντεινόμενης παγκοσμιοποίησης και της αυξημένης κινητικότητας. Ένα παράδειγμα είναι το εξής:
Η Elisa είναι η νεαρή κόρη ενός παντρεμένου ζευγαριού, μιας Ιταλίδας και ενός Γερμανού, που ζουν στη Γερμανία. Καθώς δυσκολεύεται να βρει μια ειδικευμένη θέση εργασίας στη Γερμανία και αισθάνεται απομονωμένη, η ιταλίδα μητέρα επισκέπτεται την πατρίδα της για το καλοκαίρι και αποφασίζει να παραμείνει και να συνεχίσει τις σπουδές της στην Ιταλία. Ο γερμανός πατέρας ταράζεται και στη συνέχεια υποβάλλει αίτηση για την επιστροφή της κόρης του στη χώρα συνήθους διαμονής της δυνάμει της σύμβασης της Χάγης του 1980. Το δικαστήριο συστήνει διαμεσολάβηση και η διαμεσολάβηση προγραμματίζεται για το Σαββατοκύριακο πριν από τη δίκη, με τη συμμετοχή ενός ιταλού και ενός γερμανού διαμεσολαβητή.